.........................................ΕΛΛΑΔΑ - ΜΝΗΜΕΙΑ - Αρχαιολογικοί χώροι και Μνημεία στην Ελλάδα. Ελληνικός Πολιτισμός


«Όποιος ελεύθερα συλλογάται συλλογάται καλά», Ρήγας Φεραίος Βελενστινλής

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑ ΜΑΡΜΑΡΑ ΤΟΥ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ - (Λεηλασία και Διαρπαγή από τον Λόρδο Έλγιν)


Το 2ο Γυμνάσιο Κορίνθου συνεχίζοντας την έντονη παρουσία του σε μαθητικά και κοινωνικά δρώμενα και στον αγώνα για το ‘‘νόστιμον ήμαρ’’ των ξενιτεμένων γλυπτών του Παρθενώνα, προσκάλεσε την Δρ. Αρχαιολόγο κα Έλενα Κόρκα, προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοπωλείων και Ιδιωτικών Αρχαιολογικών Συλλογών, για μια διάλεξη στη Κόρινθο για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Η διάλεξη πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Κορίνθου, στις 31 Ιανουαρίου 2014, σε πολυπληθές ακροατήριο από την Αρχαιολόγο, η οποία είναι υπεύθυνη του Υπουργείου Πολιτισμού για την επιστροφή των Μαρμάρων και η οποία γνωρίζει το θέμα σε βάθος και στη παραμικρή λεπτομέρεια.     
Με τον όρο «Τα Μάρμαρα του Παρθενώνα» εννοούμε τα τμήματα εκείνα του γλυπτού διακόσμου του μνημείου, που μαζί με ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη του ναού, αφαιρέθηκαν από τον Λόρδο Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα και μεταφέρθηκαν στην Αγγλία. Αρχιτεκτονικά και γλυπτικά τμήματα απομακρύνθηκαν από τους ανθρώπους του Έλγιν και από τα υπόλοιπα μνημεία της Ακρόπολης, καθώς και από τους γύρω χώρους, κυρίως από τα Προπύλαια, τον ναό της Αθηνάς Νίκης και το Ερέχθειο. Ακόμα πήρε από το βωμό από τη Δήλο το κολοσσιαίο άγαλμα του Διονύσου που βρισκόταν πάνω από το χορηγικό μνημείο του Θρασύλλου και δυο κεφαλές φιλοσόφων  από την  Ακρόπολη.


Όλα αυτά γίνονταν στο πλαίσιο μιας τεράστιας συλλογής για λογαριασμό του άγγλου λόρδου, η οποία εμπλουτίστηκε, με αρχαιότητες από την Μικρά Ασία, την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά, είτε συγκεντρώνοντας επιφανειακά ευρήματα είτε μετά από ανασκαφικές έρευνες στους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας. Τμήματα από τον Παρθενώνα βρίσκονται και σε άλλες Μουσειακές Συλλογές της Ευρώπης, στη Βιέννη, την Κοπεγχάγη, το Cambridge, το Παρίσι, το Παλέρμο και το Βατικανό, το Wurzburg και το Μόναχο. Πρόκειται, όμως, κυρίως για μικρά τμήματα και σπαράγματα, τα οποία δεν βρίσκονταν επάνω στα μνημείο, όταν αφαιρέθηκαν.
Η Ελλάδα από το 1982 διεκδικεί τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο και ο λόγος γίνεται άμεσα κατανοητός από τους παρακάτω αριθμούς.
Από τη ζωφόρο σώζονται 96 λίθοι, 56 στο Βρετανικό Μουσείο, 40 στην Αθήνα. Από τις μετόπες έχουν διατηρηθεί 64 πλάκες, 42 στην Αθήνα και 15 στο Βρετανικό Μουσείο. Και από τα αετώματα απομένουν 28 αγάλματα, 19 στο Βρετανικό Μουσείο και 11 στην Αθήνα.
Σε πολλές περιπτώσεις, τμήματα του ίδιου γλυπτού βρίσκονται διαμελισμένα μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος του ο γλυπτός διάκοσμος του Παρθενώνα αποτελεί δομικό στοιχείο του ναού, αποτελώντας την διακοσμημένη εξωτερική επιφάνεια ορισμένων αρχιτεκτονικών μελών. Στο σύνολο τους δε, τα γλυπτά του Παρθενώνα αποτελούσαν ενιαίο νοηματικό και αισθητικό σύνολο με το μνημείο – σύμβολο της Αθηναϊκής πόλης και γενικότερα του Ελληνικού πνεύματος.
Οι μετόπες και τα αετώματα, που απεικονίζουν συμβολικά μυθικά θέματα και η ζωφόρος με την αποτύπωση ίσως, σύμφωνα με κάποιες θεωρίες, των προσώπων των ίδιων των πολιτών της Αθηναϊκής πόλης – κράτους του 5ου αιώνα π.Χ., αποκρυστάλλωναν ενιαία καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική έκφραση του ανθρώπινου ιδεατού.

Από τις μέρες του χρυσού αιώνα της Αθηναϊκής δημοκρατίας μέχρι το 1687 το μνημείο είχε παραμείνει σχεδόν ανέπαφο. Τη Βυζαντινή εποχή μετατράπηκε σε εκκλησία και με την Οθωμανική κατάκτηση μετατράπηκε σε τζαμί .
Στην πορεία, δύο γεγονότα άλλαξαν ριζικά την κατάσταση του ναού και έκαναν το μεγαλύτερο κακό σ’ αυτόν.
Το πρώτο ήταν η έκρηξη του 1687, όταν η πυρίτιδα που είχε αποθηκευτεί από τους Τούρκους στο εσωτερικό του σηκού εξερράγη, καθώς επλήγη από μία οβίδα που εκτόξευσε ο Fr. Morosini. Μετά την έκρηξη και τον κατακρημνισμό της οροφής , μέρους του κτίσματος και αρκετών γλυπτών, οι Τούρκοι κατασκεύασαν στο εσωτερικό του ναού μικρότερο τζαμί.
Το δεύτερο πλήγμα δόθηκε στο μνημείο από τον Τόμας Μπρους, Κόμη του Έλγιν.
Ο Έλγιν ήταν τυπικός βρετανός ευγενής με υψηλές φιλοδοξίες, ο οποίος φθάνοντας στην Κωνσταντινούπολη, είχε σκοπό να συλλέξει λίγες αρχαιότητες και κυρίως να διακοσμήσει την έπαυλη που έχτιζε στην Σκωτία με εκμαγεία κλασικών αρχαιοτήτων. Παράλληλα, με τις γκραβούρες και τα σχέδια ελληνικών μνημείων, που θα αποκτούσε, προσλαμβάνοντας κάποιον καλλιτέχνη στην υπηρεσία του, θα εξασφάλιζε επιστρέφοντας στην πατρίδα του σημαντικούς πόρους. Για τον σκοπό αυτό έστειλε το 1800 συνεργείο στην Αθήνα υπό την επίβλεψη του Giovanni Batista Lusieri.
Τα χρέη του άγγλου λόρδου τον οδήγησαν τελικά να πουλήσει μετά από πολλές προσπάθειες, το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του στο Βρετανικό κράτος το 1816, όταν πια και η ίδια η συλλογή είχε υποθηκευθεί. Η αγγλική κυβέρνηση αποφάσισε να αποδεχθεί τον ιδιωτικό χαρακτήρα της συλλογής, παρά το γεγονός ότι ο Έλγιν κατόρθωσε να την αποκτήσει μόνο χάρις στην ιδιότητά του ως πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Κωνσταντινούπολη, για να μη θιγεί αφενός το αγγλικό κατεστημένο και αφετέρου, διότι τότε η Γαλλία είχε υποχρεωθεί να επιστρέψει στις χώρες προέλευσης όλα τα έργα τέχνης που είχε αφαιρέσει ο Μ. Ναπολέων με τις κατακτήσεις του.
Η αγορά των Μαρμάρων υπέρ του αγγλικού Δημοσίου αποφασίστηκε μετά από μία συζήτηση στο Κοινοβούλιο όπου ακούσθηκαν πολλές φωνές, που εξέφραζαν δυσπιστία και αντίθεση ως προς το νομικό και ηθικό πλαίσιο των αποκτημάτων του βρετανού διπλωμάτη. Φωνές διαμαρτυρίας βέβαια ακούγονταν και εκτός Κοινοβουλίου με πιο παθιασμένη την ποιητική φωνή του Λόρδου Βύρωνα. Στον Λόρδο Βύρωνα ανήκει η πασίγνωστη φράση που αφορούσε τον Έλγιν:
τι δέν καμαν ο Γότθοι, τό καμαν ο Σκτοι”
και παραμένει διαρκής η κραυγή του Κων. Καβάφη:
ποδότε  τά λγίνεια Μάρμαρα”.
Λίγα χρόνια μετά τις τελευταίες αφαιρέσεις αρχαιοτήτων από τον Έλγιν, άρχισε η Επανάσταση του ΄21 και η Ακρόπολη πολιορκούνταν από τους Έλληνες. Οι Τούρκοι που ήταν στο φρούριο κακοποιούσαν τους σπονδύλους των κιόνων για να αποσπάσουν τους μολύβδινους συνδέσμους για βόλια. Οι Έλληνες το έμαθαν και αμέσως τους έστειλαν μολύβι για τις σφαίρες τους, ώστε να σταματήσουν την καταστροφή.


Με την απελευθέρωση της Ελλάδας, ο Όθωνας ζήτησε την άμεση επιστροφή των Μαρμάρων και μάλιστα πρότεινε να τα αγοράσει. Τα αναστηλωτικά έργα άρχισαν αμέσως στον Παρθενώνα και οι πρώτοι Έλληνες αρχαιολόγοι στεκάμενοι στις κρηπίδες του ναού ζήτησαν τον επαναπατρισμό των γλυπτών του Παρθενώνα ως κίνηση δικαιοσύνης, μεγαλοψυχίας και απότισης φόρου τιμής σε ένα μνημείο αξεπέραστο στην Ιστορία και με ύψιστο συμβολισμό για τη νέα Ελλάδα.
Έκτοτε Έλληνες πολιτικοί, λόγιοι και απλοί άνθρωποι δεν σταμάτησαν ποτέ να επαναλαμβάνουν το αίτημα για επιστροφή των Μαρμάρων. Αλλά και η διεθνής αρθρογραφία δεν έπαψε να ασχολείται με το μείζον αυτό ζήτημα.
Λίγο έλειψε το όνειρο να γίνει πραγματικότητα, όταν το 1941 το Foreign Office πρότεινε τον επαναπατρισμό των Μαρμάρων στην Ελλάδα ως ένδειξη μέγιστης αναγνώρισης για την ηρωική συμμετοχή των Ελλήνων στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πρωτοβουλία αυτή όμως ναυάγησε.
Το 1982 η τότε Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη ζήτησε επίσημα την επιστροφή των Μαρμάρων με την ευκαιρία της έναρξης του μεγάλου προγράμματος αναστηλωτικών έργων στην Ακρόπολη.
Από τότε ο αγώνας παραμένει σταθερός, έχει κερδίσει πολλούς υποστηρικτές ανά τον κόσμο και το αίτημα έχει υιοθετηθεί με ψηφίσματα από πολλά διεθνή fora. Έχουν συσταθεί σε διάφορα κράτη πάνω από 20 Επιτροπές για τη στήριξη του ζητήματος και η κοινή γνώμη παγκόσμια έχει στραφεί υπέρ του επαναπατρισμού των γλυπτών στην Ελλάδα. Σε δημοσκοπήσεις που έχουν διεξαχθεί στην Αγγλία, το μεγαλύτερο μέρος των Βρετανών, αλλά και των άγγλων πολιτικών τάχθηκε υπέρ της επιστροφής. Πολύ σημαντική υπήρξε και η δεσμευτική απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου το 1999, όπου ποσοστό μεγαλύτερο από 55% έλαβε θετική απόφαση για το ζήτημα. Το νέο μουσείο της Ακροπόλεως στην Αθήνα φέρνει τους σύγχρονους επισκέπτες όσο πιο κοντά γίνεται στο ενοποιητικό αριστούργημα.
Η παράδοση έχει διατηρήσει τον θρήνο της κλεμμένης έκτης Καρυάτιδας, η οποία βρίσκεται μακριά από τις αδερφές της στην Ακρόπολη.
Τα τελευταία χρόνια οι κακοποιητικές μέθοδοι καθαρισμού που χρησιμοποιήθηκαν από το Βρετανικό Μουσείο το 1937, για ενάμιση ολόκληρο χρόνο, έγιναν γνωστές με κάθε τους λεπτομέρεια. Πάντως μέχρι σήμερα η αποικιοκρατική πολιτική της λεηλασίας συνεχίζεται να είναι αντίληψη στη Μεγάλη Βρετανία και ακόμα ισχύουν τα λόγια του Ν. Καζαντζάκη (1989):
“κρατ Λόντρα στά αθαλωμένα σωθικά της, τίς μαρμαρένιες θεες στιγμές”
Το αίτημα της επανένωσης των γλυπτών τίθεται σήμερα από την Ελλάδα όχι μόνο για τη σημασία που έχουν για τους Έλληνες, ως ταυτότητα της Ελληνικότητας, αλλά και στο όνομα της διεθνούς πνευματικής κοινότητας ως απότιση φόρου τιμής απέναντι σε ένα μνημείο μοναδικό, που θεωρείται παγκόσμια το σύμβολο του δυτικού πολιτισμού, το σύμβολο της δημοκρατίας και της ελευθερίας του πνεύματος.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ε. ΠΑΠΑΦΩΤΙΟΥ
ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π.

Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης


Το Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης στεγάζεται σε ένα διώροφο νεοκλασικό κτίριο, δημιουργία του Ernst Ziller. Κατά τη δεκαετία 1895-1905 το κτίριο στέγαζε το Παναρκαδικό Νοσοκομείο «Ευαγγελίστρια». Άρχισε να αναδιαμορφώνεται ως Μουσείο από το 1980 και έξι χρόνια αργότερα εγκαινιάστηκε από την τότε Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη.

Το Μουσείο αποτελεί σημαντικό κέντρο των αρχαιολογικών δραστηριοτήτων στην ευρύτερη περιοχή της Αρκαδίας και επίσης φιλοξενεί σε τακτά διαστήματα σημαντικές εκδηλώσεις εκπαιδευτικού και πολιτιστικού χαρακτήρα. Το Μουσείο περιλαμβάνει έναν αξιοσημείωτο αριθμό συλλογών, με ευρήματα που εκτείνονται από τη νεολιθική, τη γεωμετρική και τη μηκυναϊκή περίοδο, έως τους ελληνιστικούς, ρωμαϊκούς και κλασικούς χρόνους, καθώς επίσης και μερικά από την παλαιοχριστιανική και πρώιμη βυζαντινή περίοδο. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν αγγεία, γλυπτά, επιγραφές, σκεύη, καθώς και θραύσματα αρχαίου νεκροταφείου. Ανάμεσα στα εκθέματα υπάρχουν και κάποια που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον: ενδεικτικά ας αναφερθεί χάλκινο κράνος της πρώιμης ελληνιστικής περιόδου (τέλη του 4ου αιώνα π.Χ.) από τη Μεγαλόπολη, ανάγλυφη πλάκα που αναπαριστά τις Εννέα Μούσες και τον Απόλλωνα, έργο του 2ου αιώνα π.Χ., καθώς και λατρευτικά ειδώλεια που παρουσιάζουν διάφορες παραλλαγές στην τυποποιημένη τους μορφή.


Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης ιδρύθηκε μεταξύ των ετών 1980-1986 και εγκαινιάστηκε από την τότε Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη. Στεγάζεται σε ένα όμορφο, διώροφο νεοκλασικό κτίριο, δημιουργία του Ernst Ziller, και αποτελείται από το κυρίως κτίριο και από μία μεταγενέστερη προσθήκη, με την οποία το Μουσείο απέκτησε επιπλέον χώρους. Το Μουσείο αυτό αποτελεί το κέντρο διοίκησης των αρχαιολογικών υπηρεσιών όλου του Νομού Αρκαδίας.
Στο Μουσείο έχουν βρει τη θέση τους αρκετές χιλιάδες αντικείμενα, τα οποία προέρχονται από ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί σε όλη την Αρκαδία. Ανάμεσα στις συλλογές που βρίσκει κανείς εκεί, υπάρχουν και οι ακόλουθες: γλυπτά της αρχαϊκής και κλασικής εποχής από την Ασέα και τη Μαντίνεια, διάφορες επιγραφές από τους ρωμαϊκούς και κλασικούς χρόνους, γλυπτά από τους ρωμαϊκούς και ελληνιστικούς χρόνους από την Εύα ‒αρχαία κώμη της Κυνουρίας‒, την Τεγέα και τη Μαντίνεια, αγγεία των ελληνιστικών χρόνων από τη Μεγαλόπολη και την Κυνουρία, διάφορα ευρήματα προερχόμενα από ιερούς χώρους της αρχαίας Αρκαδίας, ευρήματα κλασικών και ελληνιστικών χρόνων από τη Μεγαλόπολη και τον Ορχομενό, αλλά και άλλα, αρχαιότερα, από τους νεολιθικούς, τους γεωμετρικούς και τους αρχαϊκούς χρόνους από την ευρύτερη περιοχή της Αρκαδίας, που μαρτυρούν το έντονο ιστορικό παρελθόν της περιοχής.
Καθώς ο επισκέπτης εισέρχεται στο Μουσείο, τον υποδέχονται 50 επιτύμβιες στήλες και επιγραφές. Στη συνέχεια, στη διάρκεια της περιήγησής του έχει την ευκαιρία να δει πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων, που εντάσσονται στις παραπάνω συλλογές. Ενδεικτικά ας αναφερθούν τα ακόλουθα: ένα χάλκινο κράνος των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων που βρέθηκε στη Μεγαλόπολη, το οποίο έχει συνδεθεί με τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ένα ακέφαλο μαρμάρινο άγαλμα, το οποίο πιθανότατα απεικονίζει τη θεά Αθηνά καθήμενη και αποδίδεται στον Αθηναίο γλύπτη Ένδοιο. Ένας ψευδόστομος αμφορέας της ύστερης μυκηναϊκής εποχής από το Παλαιόκαστρο Γορτυνίας. Μία ανάγλυφη πλάκα που αναπαριστά τον Απόλλωνα με τις Εννέα Μούσες, έργο του 2ου αιώνα π.Χ. από την έπαυλη του Ηρώδη του Αττικού στην Εύα Κυνουρίας. Επίσης διάφοροι αμφορείς, ειδώλια, ακρωτήρια και αναθηματικά ανάγλυφα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΤΗΝ Δ/ΝΣΗ: www.selides-arkasias.blogspot.gr


Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Αρκαδικός Ορχομενός


Ο αρκαδικός Ορχομενός αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αρχαίας πόλης που συνδυάζει τα αμυντικά πλεονεκτήματα μίας ακρόπολης με τις δυνατότητες για επικοινωνία και ανάπτυξη της γεωργίας που προσφέρουν οι πεδινές εκτάσεις με τα ποτάμια.
  Ο ίδιος ο κωνικός λόφος, επί του οποίου αναπτύχθηκε η αρχαία αυτή πόλη, διαχωρίζει τον κάμπο σε δύο πεδία: το νότιο, γνωστό ως πρώτο ορχομένιο πεδίο, το οποίο περιλαμβάνει τον κάμπο του Λεβιδίου και του Παλαιοπύργου, και το βόρειο, το δεύτερο δηλαδή, που καταλαμβάνει τους κάμπους της Κανδήλας και της Χωτούσας.
  Πολύτιμες πληροφορίες για την ιστορική διαδρομή και τα δημόσια μνημεία της αρχαίας αυτής πόλης προσφέρει ο περιηγητήςΠαυσανίας (8.13). Οι παλαιότερες μέχρι στιγμής ενδείξεις για κατοίκηση στην πεδιάδα του Ορχομενού ανάγονται στη μυκηναϊκή περίοδο. Κατά τους ιστορικούς χρόνους ο Ορχομενός αποτέλεσε μία από τις τρεις κραταιές πόλεις – κράτη της ανατολικής Αρκαδίας. Οι άλλες δύο ήταν η Τεγέα και η Μαντίνεια. Με την τελευταία ο Ορχομενός βρισκόταν σε διαρκή αντιπαράθεση.
   Ο Όμηρος υπογραμμίζει ότι η περιοχή του Ορχομενού ήταν πλούσια σε κοπάδια προβάτων, κάτι που ισχύει έως σήμερα. Φαίνεται ότι η κύρια περίοδος ακμής της πόλης ήταν η αρχαϊκή (7ος και 6ος αι. π.Χ.). Την εποχή αυτή ο Ορχομενός ήλεγχε μεγάλο τμήμα της ανατολικής Αρκαδίας. Την ακμή του την περίοδο αυτή επιβεβαιώνουν και τα κινητά ευρήματα από τις λιγοστές ανασκαφές που έχουν διενεργηθεί μέχρι σήμερα στην περιοχή. Κατά τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους, η άνω πόλη εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στις υπώρειες του λόφου, όπου και το σημερινό χωριό.
  Ο οικισμός των αρχαϊκών χρόνων πρέπει να καταλάμβανε τις νότιες υπώρειες του σημερινού λόφου, εάν λάβουμε υπόψη μας τα θεμέλια του δωρικού ναού του 530 π.Χ. που σώζονται σήμερα σε κατάχωση κάτω από το δρόμο που περνά μπροστά από το νεκροταφείο του χωριού. Κατά τους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους, η ακρόπολη στην κορυφή του λόφου συγκέντρωνε τις πολιτικές και θρησκευτικές δραστηριότητες της αρχαίας πόλης. Η ακρόπολη αυτή ενισχυόταν με ισχυρό οχυρωματικό περίβολο, ο οποίος ανάγεται στον ύστερο 4ο αι. π.Χ. Από τα μνημεία της Αγοράς στην Άνω Πόλη έχουν μερικώς ανασκαφεί και είναι σήμερα ορατά:
  1. μία μακρά στοά που αποτελεί το προς Βορράν όριο της Αγοράς,
  2. ένα επίμηκες κτίριο που έχει ταυτιστεί με το Βουλευτήριο της πόλης,
  3. ίχνη κτιρίου που έκλεινε την Αγορά από Ανατολάς και τέλος
  4. το ιερό της Αρτέμιδος Μεσοπολίτιδος με το ναό και το βωμό.
 Το πιο γνωστό, όμως, μνημείο της Αγοράς του Ορχομενού είναι το Θέατρο, το οποίο καταλαμβάνει τμήμα της ανατολικής πλαγιάς του λόφου.

Ιστορία της Έρευνας


  Χάρη στη λεπτομερή περιγραφή του Παυσανία, τον αρχαιολογικό χώρο του Ορχομενού επισκέφθηκαν και περιέγραψαν περιηγητές του 19ου αιώνα, όπως ο Dodwell και ο Leake. Λεπτομερή αναφορά στον οχυρωματικό περίβολο της αρχαίας πόλης πραγματοποιεί στις αρχές του 20ου αιώνα ο Hiller von Gaertringen. Οι πρώτες και σχεδόν αποκλειστικά μοναδικές ανασκαφές στην Άνω και Κάτω Πόλη διεξήχθησαν το 1913 από τους G. Blum και A. Plassart, οι οποίοι τον επόμενο χρόνο δημοσίευσαν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους στο άρθρο με τίτλο: “Orchomène d’ Arcadie. Fouilles de 1913. Topographie, architecture, sculpture, menus objects”, BCH 1914, σελ. 71-88, πίν. III – V.
  Μικρής έκτασης συμπληρωματική έρευνα, κατά την οποία αποκαλύφθηκε εκ νέου το ως τότε καλυμμένο από επιχώσεις κατώτερο τμήμα του κοίλου του θεάτρου, πραγματοποιήθηκε κατά τα έτη 1973-1976 από την πρώην εποπτεύουσα Υπηρεσία του Νομού Αρκαδίας Ε’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων υπό τη διεύθυνση του τέως Προϊσταμένου κου. Γ. Σταϊνχάουερ. Τη δεκαετία του 1980 οι εργασίες διαμόρφωσης του θεάτρου ολοκληρώθηκαν με καθαρισμούς στο άνω τμήμα του κοίλου και την περίφραξη του μνημείου αυτή τη φορά υπό τη διεύθυνση του τέως Προϊσταμένου κου. Θ. Σπυρόπουλου.

Πηγή: http://www.diazoma.gr/200-Stuff-06-Theatres/DataSheet%20-%20Orxomenos.pdf
http://www.ancientgreece.gr/ancient-sites-greece/peloponnese/arcadia/cities-settlments-arcadia/item/229-arcadic-orchomenos