ΑΘΗΝΑ, 19ος αιώνας
2. Άποψη της Αθήνας με την Ακρόπολη (απεικόνιση εποχής)
3. Το κτίριο Βάϋλερ (Στρατιωτικό Νοσοκομείο, Μακρυγιάννη)
Την περίοδο αυτή λοιπόν αρχίζουν να κτίζονται τα πρώτα δημόσια κτήρια. Ενδεικτικά αναφέρονται:
Στο διάστημα 1834-1835: Οι Βασιλικοί Στάβλοι, το Νομισματοκοπείο στην Κλαυθμώνος, το Βασιλικό Τυπογραφείο (Αρσάκη και Σανταρόζα).
5. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
ΑΘΗΝΑ, 20ός αιώνας
6. Πλατεία Συντάγματος
7. Οδός Ερμού
α) Τριακονταετία 1900-1929:
____________
http://www.eie.gr/archaeologia/gr/chapter_more_12.aspx
Μαρία Κουμανταροπούλου και Μάριος Μιχαηλίδης
Αρχιτέκτονες, Διεύθυνση Πολιτιστικών Κτηρίων
και Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων, ΥΠ.ΠΟ.
Η Αθήνα, όπως όλοι τη γνωρίζουμε. Ήταν όμως πάντα έτσι αυτή η Πόλη; Αν όχι, μέσα από ποιες διαδικασίες έφθασε στη σημερινή της κατάσταση; Θα προσπαθήσουμε εδώ μέσα από τις εικόνες, που πολλές φορές είναι πιο εύγλωττες από οποιαδήποτε περιγραφή, να ανατρέξουμε όλο το διάστημα από τη δημιουργία του Νέου Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα και να κατανοήσουμε τις διαδικασίες παραγωγής της σημερινής εικόνας των Αθηνών, όπως και την ανάγκη ευαισθητοποίησης και στράτευσης όλων των πολιτών για τη διάσωση και διατήρηση των αρχικών προθέσεων.
3 Φεβρουαρίου 1830: στο Λονδίνο υπογράφεται το πρωτόκολλο με το οποίο αναγνωρίζεται η Ελλάδα ως ανεξάρτητο και ελεύθερο κράτος. Παρ’ όλα αυτά, οι Τούρκοι δεν έχουν ακόμα αποχωρήσει από την Αθήνα και η τουρκική φρουρά εξακολουθεί να κατέχει την Ακρόπολη, την οποία παραδίδει σχεδόν 3 χρόνια μετά, τον Μάρτιο του 1833. Τρεις μήνες αργότερα, υπογράφεται και το διάταγμα με το οποίο η πόλη των Αθηνών ορίζεται πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους.
1. Άποψη των Αθηνών, 19ου αιώνα (απεικόνιση εποχής) Η κατάσταση της Αθήνας τη χρονική αυτή στιγμή είναι τραγική. Στο συμπέρασμα αυτό συγκλίνουν οι μαρτυρίες όλων των περιηγητών που πέρασαν από εδώ αυτή την περίοδο. Έτσι αρχίζει μια τεράστια προσπάθεια πολεοδόμησης και οικοδόμησης, για να μπορέσει η πόλη τα επόμενα χρόνια να ανταποκριθεί στις ανάγκες του διοικητικού και εμπορικού κέντρου που καλείται να αποτελέσει.
2. Άποψη της Αθήνας με την Ακρόπολη (απεικόνιση εποχής)
Ο πρώτος πολεοδομικός χάρτης των Αθηνών εκπονήθηκε από τους αρχιτέκτονες Κλεάνθη και Schaubert. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο σχέδιο, πλήρως τεκμηριωμένο, με αυστηρή και άνετη ρυμοτόμηση που αφήνει αρκετούς ελεύθερους χώρους και εξασφαλίζει μια εκτεταμένη αρχαιολογική ζώνη γύρω από την Ακρόπολη.
Το σχέδιο αυτό δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ γιατί μετά τις πρώτες χαράξεις οι Αθηναίοι συνειδητοποιούν ότι οι ιδιοκτησίες τους δεσμεύονται και τα στενά τους συμφέροντα βλάπτονται. Έτσι, αντιδρούν δυναμικά και η πολεμική που υιοθετούν, σε συνδυασμό με την οικονομική αδυναμία του κράτους για την αντιμετώπιση των εκτεταμένων απαλλοτριώσεων, προκαλούν την αναστολή της εφαρμογής του.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834, εγκρίνεται το νέο πολεοδομικό σχέδιο του Klenze το οποίο έχει ως βάση το πρώτο που εκπονήθηκε από τους Κλεάνθη και Schaubert, με σημαντικές ωστόσο τροποποιήσεις ως προς τα πλάτη των οδών, το πλήθος και το μέγεθος των ελεύθερων χώρων, την έκταση της αρχαιολογικής ζώνης. Και αυτό όμως δεν εφαρμόστηκε στην ολότητά του (ενδεικτικά αναφέρονται: η αλλαγή θέσης των Ανακτόρων και η μεταφορά από τον Κεραμεικό στον άξονα της Ερμού, η δημιουργία της Πλατείας Συντάγματος, η χάραξη της Λεωφ. Αμαλίας, κ.λπ.).
Δεν έχει νόημα να επεκταθούμε περισσότερο στην πρώτη πολεοδομική χάραξη της πόλης των Αθηνών. Πρέπει όμως να πούμε ότι τόσο οι συνεχόμενες απαλλοτριώσεις που αυτή συνεπάγεται και η ανάγκη στέγασης του πληθυσμού, που μοιραία μαζεύεται στην πρωτεύουσα, όσο και η αναγκαιότητα εξεύρεσης έδρας για τις διοικητικές υπηρεσίες του νεοσύστατου κράτους δημιουργούν μια έντονη οικοδομική δραστηριότητα.
3. Το κτίριο Βάϋλερ (Στρατιωτικό Νοσοκομείο, Μακρυγιάννη)
Την περίοδο αυτή λοιπόν αρχίζουν να κτίζονται τα πρώτα δημόσια κτήρια. Ενδεικτικά αναφέρονται:
Στο διάστημα 1834-1835: Οι Βασιλικοί Στάβλοι, το Νομισματοκοπείο στην Κλαυθμώνος, το Βασιλικό Τυπογραφείο (Αρσάκη και Σανταρόζα).
Στο έτος 1836: Τα Βασιλικά Ανάκτορα, το Στρατιωτικό Νοσοκομείο (Μακρυγιάννη και Διονυσίου Αρεοπαγίτου), το Πολιτικό Νοσοκομείο στην Ακαδημίας.
Στη συνέχεια: Το Πανεπιστήμιο (1839), το Οφθαλμιατρείο (1847), η Στρατιωτική Φαρμακαποθήκη (1850), το Αστεροσκοπείο (1843).
Παράλληλα, πρέπει να αναφέρουμε τα εξαιρετικά κτήρια που οικοδομήθηκαν την περίοδο αυτή από πλούσιους ομογενείς, τα οποία ακόμα και σήμερα θεωρούνται από τα πρώτα αρχιτεκτονικά μνημεία της πόλης. Ενδεικτικά αναφέρονται: Αρσάκειο (1846), Βαρβάκειο Λύκειο (1857), Μετσόβειο Πολυτεχνείο (1862), Ζάππειο Μέγαρο (1874).
5. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Για να συμπληρώσουμε την εικόνα της πόλης πριν περάσουμε στον χώρο της κατοικίας, πρέπει να αναφερθούμε σε τρεις σημαντικές εκκλησίες που κτίσθηκαν την περίοδο αυτή: τη Μητρόπολη των Αθηνών (1842-1862), την Καθολική Εκκλησία (1853), την Αγγλικανική Εκκλησία (1838).
Τέλος, στην πόλη δεσπόζουν –μαζί με τα δημόσια κτήρια– και οι ιδιωτικές κατοικίες πλουσίων Αθηναίων. Για τον σχεδιασμό και την ανέγερσή τους την ευθύνη έχει ένα πλήθος διαπρεπών Ελλήνων και ξένων αρχιτεκτόνων. Είναι οι ίδιοι αρχιτέκτονες που εργάστηκαν για την ανασυγκρότηση της πόλης και την ανέγερση των δημοσίων κτηρίων την περίοδο αυτή: ο Κλεάνθης, ο Καυτατζόγλου, ο Κάλκος, ο Schaubert, οι αδελφοί Hansen, ο Ε. Ziller κ.ά. Έτσι, εμφανίζονται οι πρώτες επαύλεις, με σχέδια επηρεασμένα από τη δυτική αρχιτεκτονική αλλά και έντονα νεοκλασικά στοιχεία, κυρίως στο κέντρο της πόλης γύρω από τα ανάκτορα, αλλά και πιο έξω, στα θεωρούμενα αριστοκρατικά προάστια.
Παράλληλα, πρέπει να σημειωθεί μια έντονη οικοδομική δραστηριότητα και στην περιφέρεια. Πρόκειται για την ανέγερση μονώροφων και διώροφων κατοικιών οι οποίες στεγάζουν ευρύτερα λαϊκά στρώματα και κτίζονται σύμφωνα με χαρακτηριστική τυπολογία, έχουν αυλή και χαγιάτι στον όροφο, μερικές φορές μάλιστα παρουσιάζουν κάποιες νεοκλασικές επιρροές.
Οι εικόνες 6 και 7 δίνουν μια εικόνα της πόλης στο τέλος του 19ου αιώνα
Η Αθήνα στο κατώφλι του 20ού αιώνα έχει πραγματικά αποκτήσει την εικόνα μιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας.
ΑΘΗΝΑ, 20ός αιώνας
6. Πλατεία Συντάγματος
7. Οδός Ερμού
Το πιο σημαντικό φαινόμενο που εμφανίζεται τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα και επηρεάζει και κλιμακωτά μέσα στον χρόνο την εικόνα της πόλης είναι η γένεση και ανάπτυξη ενός νέου πρότυπου στον τομέα της οικοδομής: το πολυώροφο κτίριο κατοικιών, η λεγόμενη αστική πολυκατοικία.
Τοποθετώντας το γενικότερο πλαίσιο μέσα από το οποίο αναδύθηκε το φαινόμενο της αθηναϊκής πολυκατοικίας, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε συνοπτικά τα εξής:
Η γενικότερη εμπόλεμη κατάσταση στα Βαλκάνια συρρικνώνει τις ελληνικές παροικίες και δημιουργεί ένα αναγκαστικό κύμα ομογενών προσφύγων που κατακλύζει τον ελλαδικό χώρο και, μοιραία, την πρωτεύουσα. Το γεγονός αυτό κορυφώνεται με τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Η οικονομική αστάθεια που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή δημιουργεί μια γενικότερη ανασφάλεια, αποτρέποντας από την τοποθέτηση χρημάτων σε παραγωγικούς τομείς και στρέφοντας τους επενδυτές στην οικοδομή, τομέα που στη συγκεκριμένη συγκυρία θεωρείται ασφαλής για επικερδή τοποθέτηση κεφαλαίων.
Η εισαγωγή του οπλισμένου σκυροδέματος και η σταδιακή γενίκευση της εφαρμογής του στον ευρύτερο τομέα των κατασκευών διευκόλυνε και προώθησε σταθερά την κατασκευή πολυώροφων κτηρίων.
Τέλος, πρέπει να αναφερθούμε στο κλίμα ανάδειξης νέων ιδεολογικών τάσεων και κινημάτων που εκφράζονται και στον χώρο της τέχνης. Έτσι, στην αρχιτεκτονική διαπιστώνεται μια σταδιακή τάση απομάκρυνσης από τον ακαδημαϊσμό, ενώ οι αρχές του μοντέρνου κινήματος αρχίζουν να διαφαίνονται και σταδιακά κερδίζουν έδαφος.
Εξετάζοντας τη διαδικασία παραγωγής και εξέλιξης της αθηναϊκής πολυκατοικίας και της αναπόφευκτης επίδρασης στην εικόνα της πόλης που αυτή συνεπάγεται, διακρίνουμε σαφώς τις εξής περιόδους:
α) Τριακονταετία 1900-1929:
Πολυώροφα κτήρια κατοικίας εμφανίζονται σποραδικά στην πόλη (ενδεικτικά αναφέρονται ότι μέχρι το τέλος της περιόδου 1900-1919 κτίζονται μόνον 69 κτήρια).
Το φαινόμενο της επιστροφής των ομογενών βρίσκεται σε ανάπτυξη και η τεχνολογία της κατασκευής χρησιμοποιεί ακόμα παραδοσιακές μεθόδους.
Η πρωτοβουλία της ανέγερσης αφορά έναν ιδιοκτήτη παραγωγό και επικαρπωτή (τα λεγόμενα «αφεντάδικα»). Από την άποψη της τυπολογίας, στην κάτοψη παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τις κατοικίες της προηγούμενης περιόδου.
β) Περίοδος 1929-1940: Το 1929 θεωρείται χρονιά-σταθμός για την εξέλιξη της αστικής πολυκατοικίας. Δύο σημαντικά γεγονότα δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό αυτό:
Θεσπίζεται ο Ν. 3741/29 ο οποίος προωθεί τον θεσμό της οριζόντιας ιδιοκτησίας. Έτσι εμφανίζονται οι πρώτοι κάτοχοι διαμερισμάτων με δικαιώματα συνιδιοκτησίας επί του συνολικού οικοπέδου (και εδώ επισημαίνουμε την ειδοποιό διαφορά από την προηγούμενη περίοδο όπου υπήρχε ένας ιδιοκτήτης για το σύνολο της οικοδομής). Το γεγονός αυτό επιδρά σημαντικά και στη μορφολογία των κατασκευών (εισάγεται μια αυστηρή τυποποίηση στην τυπολογία των ορόφων. Η τυποποίηση αυτή εμφανίζεται και στις όψεις).
Μπαίνει σε ισχύ ο πρώτος Οικοδομικός Κανονισμός του Κράτους (ΓΟΚ 29). Εισάγονται οι πρώτοι γενικοί κανόνες που διέπουν την κατασκευή και οι πρώτες δεσμεύσεις που ενισχύουν την τυποποίησή της. Παράλληλα, αρχίζει να διαφαίνεται το καθεστώς της αντιπαροχής, όπου ο εργολάβος χρηματοδοτεί την κατασκευή εξ ολοκλήρου, παραχωρώντας ένα ποσοστό της οικοδομής στον ιδιοκτήτη του οικοπέδου.
Το γεγονός αυτό θεωρείται εξαιρετικά σημαντικό για την εξέλιξη της ποιότητας των οικοδομών, αφού με τον τρόπο αυτό εισάγεται παράλληλα ο λεγόμενος χρυσούς κανόνας των εργολάβων:
- Ελαχιστοποίηση του κόστους (άρα της ποιότητας)
- Μεγιστοποίηση του κέρδους (που συνοδεύεται από τον εκφυλισμό της οικοδομής).
Τέλος, επισημαίνουμε την αναθεώρηση του Γενικού Κανονισμού του Κράτους Π.Δ. (1934) που ισχυροποιεί όσα επισημάνθηκαν έως τώρα.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΤΗΡΙΩΝ - ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ:
Η ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Την ευθύνη για την προστασία των μνημείων είχαν κατά διάφορες χρονικές περιόδους το υπουργείο Προεδρίας και το υπουργείο Παιδείας, ώσπου στη δεκαετία του ’60 δημιουργήθηκε το Υπουργείο Πολιτισμού (ΥΠΠΟ). Η νομοθεσία όμως που προστατεύει τα μνημεία είναι παλαιότερη.
Το 1932 ψηφίζεται ο νόμος 5351, ο οποίος εφαρμόζεται μόνο σε μνημεία Προϊστορικά, Κλασικά, Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά. Με τον νόμο 1469 του 1950 προστατεύονται τα μεταγενέστερα του 1830 οικοδομήματα και τα έργα τέχνης.
Το 1977 με προεδρικό διάταγμα αποφασίστηκε ο οργανισμός του ΥΠΠΟ ο οποίος δημιουργεί τις αρμόδιες Διευθύνσεις και Εφορείες για την προστασία των Νεωτέρων Μνημείων.
Η Διεύθυνση Πολιτιστικού Κτηρίου και Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων (ΔΠΚΑΝΜ) απαρτίζεται από 3 τμήματα: α. Προγραμματισμού και οικοπέδων, β. Μελετών και Επιβλέψεων έργων, και γ. Αναστήλωσης Νεωτέρων Μνημείων. Και τα τρία τμήματα ασχολούνται με θέματα που ανάγονται στη σύνταξη ή τον έλεγχο μελετών που έχουν σχέση με έργα συντήρησης, στερέωσης, αναστήλωσης, αποκατάστασης, διαμόρφωσης των νεωτέρων διατηρητέων μνημείων, ιδιοκτησίας ΥΠΠΟ, Δημοσίου, Νομικών Προσώπων και Ιδιωτικών.
Επίσης, με το μόνιμο εξειδικευμένο συνεργείο γίνονται οι επισκευαστικές και αναστηλωτικές επεμβάσεις στα ιδιόκτητα από το ΥΠΠΟ κτήρια. Ο έλεγχος πραγματοποιείται σε συνεργασία με τις επτά Εφορείες Νεωτέρων Μνημείων που καλύπτουν όλη την επικράτεια.
Το έργο της Διεύθυνσης από τη σύστασή της –το 1979– αποτελεί, όπως ορίζει ο νόμος 1469/50 και ο οργανισμός του ΥΠΠΟ, την προστασία των διατηρητέων κτηρίων που κατασκευάστηκαν μετά το 1830 και μέχρι τις ημέρες μας, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό και ιστορικό ενδιαφέρον. Τα κτήρια του 19ου αιώνα καθώς και των αρχών του 20ού αποτελούν για όλους μας την πλέον σημαντική ομάδα αρχιτεκτονημάτων, με προεξέχοντα αυτά του νεοκλασικισμού.
Τα νεοκλασικά και νεοκλασικίζοντα κτήρια γεφυρώνουν την προεπαναστατική εποχή με εκείνη της αναγέννησης του Νέου Ελληνικού Κράτους. Η ανθρώπινη κλίμακά τους μας διδάσκει για την αρμονία μεταξύ της όψης και της κάτοψης, εμπλουτισμένες με τις ποικιλόμορφες διακοσμήσεις.
Έργο, λοιπόν, της Διεύθυνσης, η προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, όμως τα προβλήματα τεράστια. Οι αλλαγές στον κοινωνικό αλλά και οικονομικό τομέα που συντελέστηκαν μεταξύ της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου επέβαλαν τη μετακίνηση σημαντικού αριθμού των Ελλήνων και η αλλοίωση της σχέσης πόλης και επαρχίας προκάλεσε δραστικές αλλαγές στην κλίμακα και τη μορφή της Αθήνας. Αστυφιλία, υπεραξία γης, εύκολο κέρδος: οι σημαντικότεροι παράγοντες της καταστροφής.
Πολλοί είναι εκείνοι που προσπάθησαν να διασώσουν τη συνέχεια του πολιτισμού μας, άλλοτε με θετικά και άλλοτε με αρνητικά αποτελέσματα. Το κράτος παραστέκεται, χωρίς όμως να μπορεί να επέμβει δυναμικά. Ενδιαφέρουν κατά κύριο λόγο τα απομεινάρια άλλων εποχών. Τα μνημεία των νεωτέρων χρόνων είναι ακόμη ζωντανά, συμμετέχουν στις κοινωνικές και οικονομικές συναλλαγές, δεν έχουν γίνει σπάνια και αρχαία. Το έργο της διάσωσης δύσκολο αλλά όχι αδύνατο. Πρέπει να αξιολογήσουμε τα κτήρια, να τα κατατάξουμε σύμφωνα με την αρχιτεκτονική-ιστορική αξία και σημασία τους, όχι μόνο τοπικά αλλά και πανελλήνια. Πρέπει να συμβιβαστούμε για να περισώσουμε.
Οι μελέτες που υποβάλλονται για έγκριση, ως επί το πλείστον, απαιτούν αλλαγές στη χρήση που, όπως προαναφέραμε, οφείλονται στην αλλαγή της οργάνωσης της πόλης. Μπορούμε να τις κατατάξουμε στις παρακάτω κατηγορίες ανάλογα με τη μέθοδο, τα υλικά και τη χρήση:
Επισκευή και αναστήλωση με ανακατασκευή και αντικατάσταση όλων των δομικών υλικών σύμφωνα με τα υπάρχοντα, χωρίς αλλαγή χρήσης στο κτήριο.
Επισκευή και αναστήλωση τμημάτων του κτηρίου (όψη και κλιμακοστάσιο, δάπεδα, κ.ά.) και χρήση σύγχρονων δομικών υλικών, κυρίως στο εσωτερικό του κτηρίου με ή χωρίς αλλαγή χρήσης.
Διατήρηση μόνο της όψης και κατασκευή εσωτερικού φορέα, όταν υπάρχει αλλαγή χρήσης για την εγκατάσταση γραφείων.
Το κόστος επισκευής αποτελεί έναν πολύ σημαντικό παράγοντα. Τα εξειδικευμένα συνεργεία και υλικά που απαιτούνται για μια σωστή επέμβαση στα μνημεία επιβαρύνουν σημαντικά τον προϋπολογισμό.
Δυστυχώς, οι χαμηλοί προϋπολογισμοί που διατίθενται για τον πολιτισμό δεν επιτρέπουν την επιδότηση των ιδιοκτητών. Εξαίρεση αποτελεί το πρόγραμμα «Πιλότος» για την πόλη της Καλαμάτας, όπου μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1986 ελήφθησαν τα παρακάτω μέτρα:
Έγινε άμεση καταγραφή των παλαιών κτηρίων της πόλης και προχωρεί ο χαρακτηρισμός των αξιολογότερων.
Δημιουργήθηκε Γραφείο (Κλιμάκιο ΥΠΠΟ) στην πόλη, το οποίο διευκόλυνε τις επαφές των ενδιαφερομένων πολιτών με το ΥΠΠΟ.
Διατέθηκαν κονδύλια συμβολικής επιδότησης των ιδιοκτητών για την εκπόνηση των μελετών επισκευής και εργασίες αποκατάστασης των όψεων των διατηρητέων κτηρίων.
Τα μέτρα που προαναφέρθηκαν είχαν ως αποτέλεσμα την επισκευή των 2/3 από τα 123 διατηρητέα κτήρια της πόλης και έτσι τη διάσωση της ιστορικής της μνήμης.
Πρόθεση του ΥΠΠΟ είναι η εφαρμογή του και στους νομούς Ηλείας και Αχαΐας. Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η συνεργασία του ΥΠΠΟ με το ΥΠΕΧΩΔΕ με σκοπό την προστασία και διατήρηση της κληρονομιάς έχει αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα. Η επιβολή ειδικών όρων δόμησης και η μείωση των συντελεστών αποθαρρύνει την κατεδάφιση κτηρίων, μια που σε πολλές περιπτώσεις η εκμετάλλευση υφισταμένου κτηρίου είναι πιο επικερδής σε τετραγωνικά μέτρα.
Από το 1979 που δημιουργήθηκε η ΔΠΚΑΝΜ, οργανώθηκαν και πραγματοποιήθηκαν μελέτες σε σύνολα αλλά και σε μεμονωμένα κτήρια. Ενδεικτικά, από το 1980 αποφασίστηκε η εξυγίανση των αυθαιρέτων κτισμάτων και επιγραφών από κτήρια της Πλάκας, έγιναν καταγραφές και αποτυπώσεις από τους αρχιτέκτονες της Διεύθυνσης και προτάθηκαν τρόποι επέμβασης που εφαρμόστηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία, ενώ το πρόγραμμα ενοποίησης αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας μάς έδωσε τη δυνατότητα να συμπεριλάβουμε αξιόλογα κτήρια ιδιοκτησίας του ΥΠΠΟ στο πρόγραμμα αποκατάστασης, έτσι ώστε να αναδείξουμε την πλούσια αρχιτεκτονική μας κληρονομιά.
____________
http://www.eie.gr/archaeologia/gr/chapter_more_12.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου